ݺߣ

ݺߣShare a Scribd company logo
Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Σελίδα 1 από 3
Ο Θεσμός της Υπουργικής Προσυπογραφής σύμφωνα με το άρθρο 37 του
Συντάγματος.
Σύμφωνα με το άρθρο 37 παρ. 1 του Συντάγματος «καμία πράξη του Προέδρου
της Δημοκρατίας δεν ισχύει ούτε εκτελείται χωρίς την προσυπογραφή του αρμόδιου
Υπουργού, ο οποίος με μόνη την υπογραφή του γίνεται υπεύθυνος και χωρίς τη
δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
Στην περιορισμένη μοναρχία κατά τη διάρκεια της οποίας εφαρμόστηκε για
πρώτη φορά η αρχή της προσυπογραφής, ο μονάρχης θέλησε να εξασφαλίσει για
το πρόσωπό του το ανεύθυνο και την μετάβαση της εξουσίας από το πρόσωπο του στο
πρόσωπο του υπεύθυνου υπουργού της εκάστοτε υπεύθυνης κυβέρνησης,
χρησιμοποιώντας ως μέσο την προσυπογραφή. Οι υπουργοί λόγω της θέσης τους
βρίσκονταν πιο κοντά στην πολιτική καθημερινότητα και προχωρούσαν στη
διευθέτηση προβλημάτων με τη διενέργεια πράξεων που νομικά όμως έπρεπε να
προέρχονται από τον ίδιο τον μονάρχη. Η λύση ήταν η προσυπογραφή της πράξης
από τον αρμόδιο υπουργό: έτσι υπήρχε η απαιτούμενη κατοχύρωση με την υπογραφή
του μονάρχη αλλά και διαφυλασσόταν το ανεύθυνο καθότι ο υπουργός αναλάμβανε
την ευθύνη. Κατά αυτόν τον τρόπο η εξουσία ουσιαστικά άλλαξε φορέα καθώς
συντελούνταν η σταδιακή απομυθοποίηση της εξουσίας και η απομάκρυνση του
μονάρχη από την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Έτσι, στις μέρες μας η
υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί τυπική ενοποίηση μεταξύ των
επιμέρους κρατικών οργάνων.
Στα ελληνικά συντάγματα δεν είχαν θεσπιστεί εξαιρέσεις από την αρχή της
προσυπογραφής. Οι πρώτες εξαιρέσεις θεσπίστηκαν στο Σύνταγμα του 1975 παρόλο
που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ακόμα αυξημένες εξουσίες.
Με την αναθεώρηση του 1986 ορίζονται οι πράξεις του Προέδρου της
Δημοκρατίας που εξαιρούνται της υπουργικής προσυπογραφής και αυτές είναι
στο άρθρο 35 παρ. 2:
1. Απαλλαγή της κυβέρνησης από τα καθήκοντά της όταν δεν την προσυπογράφει
ο πρωθυπουργός.
2. Ανάθεση διερευνητικής εντολής κατά το άρθρο 37 παρ. 2-4.
3. Διορισμός του πρωθυπουργού.
Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Σελίδα 2 από 3
4. Διάλυση της βουλής κατά το άρθρο 32 παρ. 4 και 41 παρ. 1 αν δεν την
προσυπογράφει ο πρωθυπουργός και κατά το άρθρο 53 παρ. 1 αν δεν την
προσυπογράψει το υπουργικό συμβούλιο.
5. Αναπομπή κατά το άρθρο 42 παρ. 1 νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου που έχει
ψηφιστεί από τη βουλή.
6. Διορισμός του προσωπικού των υπηρεσιών της Προεδρίας της Δημοκρατάις.
Πριν την αναθεώρηση υπήρχαν οι εξής επιπλέον αρμοδιότητες:
1. Σύγκληση υπουργικού συμβουλίου υπό την προεδρία του σε έκτακτες
περιπτώσεις.
2. Σύγκληση συμβουλίου της δημοκρατίας.
3. Προκήρυξη δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα.
4. Διάλυση της βουλής μετά από γνώμη του συμβουλίου της δημοκρατίας λόγω
δυσαρμονίας με το λαϊκό αίσθημα ή σύνθεσης που δεν εξασφάλιζε
κυβερνητική σταθερότητα.
5. Έκδοση διαγγελμάτων σε έκτακτες περιστάσεις.
Το άρθρο 26 παρ. 2 ορίζει ότι η εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον Πρόεδρο της
Δημοκρατίας και την κυβέρνηση και σε συνδυασμό με τα άρθρα 82 παρ.1 και 35
παρ. 1, εννοεί τη σύμπραξη του αρχηγού του κράτους ως σύμπραξη στον νόμιμο τύπο
της πράξης, αν για την νομική της τελείωση απαιτείται ενέργεια από κοινού των δύο
πολιτειακών παραγόντων και όχι ως συμμετοχή για την πολιτική συνιστώσα του
διατάγματος, το οποίο εκδίδεται μεν από τον ίδιο αλλά προσυπογράφεται από τον
αρμόδιο προς τούτο υπουργό. Υπό αυτήν την έννοια, το άρθρο 26 παρ. 2 του
Συντάγματος θεσπίζει το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση του Προέδρου της
Δημοκρατίας για την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας και μόνο, των διοικητικών
πράξεων στην έκδοση των οποίων συμπράττει, ως φορέας της εκτελεστικής εξουσίας.
Ο έλεγχος νομιμότητας επιβάλλεται να ασκείται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις
οποίες συντρέχουν προφανείς και ανεπίδεκτοι λόγοι αντισυνταγματικότητας και
γενικά, νομιμότητας. Από την άλλη μεριά το άρθρο 82 παρ. 1 απονέμει μόνο στην
κυβέρνηση την εξουσία να καθορίζει και να κατευθύνει την γενική πολιτική της
χώρας (εξουσία που καθιερώνεται ρητά από το Σύνταγμα του 1975) και συνεπώς δεν
δίνει στον ΠτΔ την δυνατότητα να προβεί σε έλεγχο σκοπιμότητας των διοικητικών
πράξεων των οποίων χρειάζεται η σύμπραξή του.
Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Σελίδα 3 από 3
Αυτό σημαίνει ότι η άρνηση του αρχηγού του κράτους να προσυπογράψει
διάταγμα που του προτείνει ο αρμόδιος υπουργός, δεν είναι συνταγματικώς
επιτρεπτή, αν ο λόγος ή οι λόγοι αυτής της αρνήσεώς του, η οποία θα οδηγούσε στην
αναίρεση της εξουσίας της κυβέρνησης για τον καθορισμός της πολιτικής της χώρας,
δεν αποτελούν προϊόν ελέγχου νομιμότητας. Η άρνησή του αυτή άλλωστε θα
συνιστούσε παραβίαση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, όπως αυτή εν προκειμένω
εκφράζεται μέσα από την εμπιστοσύνη της βουλής προς την κυβέρνηση, και θα
νόθευε τον χαρακτήρα του πολιτεύματος ως δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού
αλλοιώνοντάς τον.

More Related Content

ο θεσμός της_υπουργικής_προσυπογραφής_σύμφωνα_με_το_άρθρο_37_του_συντάγματος

  • 1. Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Σελίδα 1 από 3 Ο Θεσμός της Υπουργικής Προσυπογραφής σύμφωνα με το άρθρο 37 του Συντάγματος. Σύμφωνα με το άρθρο 37 παρ. 1 του Συντάγματος «καμία πράξη του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ισχύει ούτε εκτελείται χωρίς την προσυπογραφή του αρμόδιου Υπουργού, ο οποίος με μόνη την υπογραφή του γίνεται υπεύθυνος και χωρίς τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Στην περιορισμένη μοναρχία κατά τη διάρκεια της οποίας εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η αρχή της προσυπογραφής, ο μονάρχης θέλησε να εξασφαλίσει για το πρόσωπό του το ανεύθυνο και την μετάβαση της εξουσίας από το πρόσωπο του στο πρόσωπο του υπεύθυνου υπουργού της εκάστοτε υπεύθυνης κυβέρνησης, χρησιμοποιώντας ως μέσο την προσυπογραφή. Οι υπουργοί λόγω της θέσης τους βρίσκονταν πιο κοντά στην πολιτική καθημερινότητα και προχωρούσαν στη διευθέτηση προβλημάτων με τη διενέργεια πράξεων που νομικά όμως έπρεπε να προέρχονται από τον ίδιο τον μονάρχη. Η λύση ήταν η προσυπογραφή της πράξης από τον αρμόδιο υπουργό: έτσι υπήρχε η απαιτούμενη κατοχύρωση με την υπογραφή του μονάρχη αλλά και διαφυλασσόταν το ανεύθυνο καθότι ο υπουργός αναλάμβανε την ευθύνη. Κατά αυτόν τον τρόπο η εξουσία ουσιαστικά άλλαξε φορέα καθώς συντελούνταν η σταδιακή απομυθοποίηση της εξουσίας και η απομάκρυνση του μονάρχη από την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Έτσι, στις μέρες μας η υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί τυπική ενοποίηση μεταξύ των επιμέρους κρατικών οργάνων. Στα ελληνικά συντάγματα δεν είχαν θεσπιστεί εξαιρέσεις από την αρχή της προσυπογραφής. Οι πρώτες εξαιρέσεις θεσπίστηκαν στο Σύνταγμα του 1975 παρόλο που ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ακόμα αυξημένες εξουσίες. Με την αναθεώρηση του 1986 ορίζονται οι πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας που εξαιρούνται της υπουργικής προσυπογραφής και αυτές είναι στο άρθρο 35 παρ. 2: 1. Απαλλαγή της κυβέρνησης από τα καθήκοντά της όταν δεν την προσυπογράφει ο πρωθυπουργός. 2. Ανάθεση διερευνητικής εντολής κατά το άρθρο 37 παρ. 2-4. 3. Διορισμός του πρωθυπουργού.
  • 2. Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Σελίδα 2 από 3 4. Διάλυση της βουλής κατά το άρθρο 32 παρ. 4 και 41 παρ. 1 αν δεν την προσυπογράφει ο πρωθυπουργός και κατά το άρθρο 53 παρ. 1 αν δεν την προσυπογράψει το υπουργικό συμβούλιο. 5. Αναπομπή κατά το άρθρο 42 παρ. 1 νομοσχεδίου ή πρότασης νόμου που έχει ψηφιστεί από τη βουλή. 6. Διορισμός του προσωπικού των υπηρεσιών της Προεδρίας της Δημοκρατάις. Πριν την αναθεώρηση υπήρχαν οι εξής επιπλέον αρμοδιότητες: 1. Σύγκληση υπουργικού συμβουλίου υπό την προεδρία του σε έκτακτες περιπτώσεις. 2. Σύγκληση συμβουλίου της δημοκρατίας. 3. Προκήρυξη δημοψηφίσματος για κρίσιμο εθνικό θέμα. 4. Διάλυση της βουλής μετά από γνώμη του συμβουλίου της δημοκρατίας λόγω δυσαρμονίας με το λαϊκό αίσθημα ή σύνθεσης που δεν εξασφάλιζε κυβερνητική σταθερότητα. 5. Έκδοση διαγγελμάτων σε έκτακτες περιστάσεις. Το άρθρο 26 παρ. 2 ορίζει ότι η εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνηση και σε συνδυασμό με τα άρθρα 82 παρ.1 και 35 παρ. 1, εννοεί τη σύμπραξη του αρχηγού του κράτους ως σύμπραξη στον νόμιμο τύπο της πράξης, αν για την νομική της τελείωση απαιτείται ενέργεια από κοινού των δύο πολιτειακών παραγόντων και όχι ως συμμετοχή για την πολιτική συνιστώσα του διατάγματος, το οποίο εκδίδεται μεν από τον ίδιο αλλά προσυπογράφεται από τον αρμόδιο προς τούτο υπουργό. Υπό αυτήν την έννοια, το άρθρο 26 παρ. 2 του Συντάγματος θεσπίζει το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση του Προέδρου της Δημοκρατίας για την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας και μόνο, των διοικητικών πράξεων στην έκδοση των οποίων συμπράττει, ως φορέας της εκτελεστικής εξουσίας. Ο έλεγχος νομιμότητας επιβάλλεται να ασκείται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες συντρέχουν προφανείς και ανεπίδεκτοι λόγοι αντισυνταγματικότητας και γενικά, νομιμότητας. Από την άλλη μεριά το άρθρο 82 παρ. 1 απονέμει μόνο στην κυβέρνηση την εξουσία να καθορίζει και να κατευθύνει την γενική πολιτική της χώρας (εξουσία που καθιερώνεται ρητά από το Σύνταγμα του 1975) και συνεπώς δεν δίνει στον ΠτΔ την δυνατότητα να προβεί σε έλεγχο σκοπιμότητας των διοικητικών πράξεων των οποίων χρειάζεται η σύμπραξή του.
  • 3. Μυλωνά Λίνα_2014 [ΣΟΣ ΘΕΜΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Σελίδα 3 από 3 Αυτό σημαίνει ότι η άρνηση του αρχηγού του κράτους να προσυπογράψει διάταγμα που του προτείνει ο αρμόδιος υπουργός, δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή, αν ο λόγος ή οι λόγοι αυτής της αρνήσεώς του, η οποία θα οδηγούσε στην αναίρεση της εξουσίας της κυβέρνησης για τον καθορισμός της πολιτικής της χώρας, δεν αποτελούν προϊόν ελέγχου νομιμότητας. Η άρνησή του αυτή άλλωστε θα συνιστούσε παραβίαση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας, όπως αυτή εν προκειμένω εκφράζεται μέσα από την εμπιστοσύνη της βουλής προς την κυβέρνηση, και θα νόθευε τον χαρακτήρα του πολιτεύματος ως δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού αλλοιώνοντάς τον.