2. ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙ’ΑΥΤΟΝ
• Ο Φώτης Κόντογλου, γιος του Νικόλαου Αποστολέλλη και της
Δέσπως Κόντογλου, γεννήθηκε στο Αϊβαλί στις 8 Νοεμβρίου
του 1895 ήταν Έλληνας λογοτέχνης και ζωγράφος.
Αναζήτησε την «ελληνικότητα», δηλαδή μία αυθεντική
έκφραση, επιστρέφοντας στην ελληνική παράδοση, τόσο στο
λογοτεχνικό όσο και στο ζωγραφικό του έργο. Είχε ακόμη
σημαντικότατη συμβολή στον χώρο της βυζαντινής
εικονογραφίας. Σήμερα θεωρείται ως ένας από τους
κυριότερους εκπροσώπους της «Γενιάς του ’30».
3. ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΩΣ ΚΑΙ ΤΑ ΦΟΙΤΗΤΙΚΑ ΤΟΥ
ΧΡΟΝΙΑ
• Τα παιδικά και νεανικά του χρόνια τα έζησε στο Αϊβαλί. Εκεί
τελείωσε το Σχολαρχείο και το Γυμνάσιο το 1912. Στο Γυμνάσιο
ήταν μέλος μιας ομάδας μαθητών που εξέδιδε το περιοδικό
Μέλισσα, από το 1911, το οποίο ο Κόντογλου διακοσμούσε με
ζωγραφιές.
• Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών
στην Αθήνα το 1913, στην Γ' τάξη.Το 1913–1914 έμενε με τον
Στρατή Δούκα στη Νεάπολη και στην Κυψέλη και μετά με τον
Παπαλουκά στην Κολοκυνθού. Λόγω οικονομικών δυσκολιών
εργαζόταν ως ρετουσέρ σε φωτογραφείο
• Το 1914 εγκατέλειψε τη σχολή του και πήγε στο Παρίσι, όπου
μελέτησε το έργο διαφόρων σχολών ζωγραφικής. Παράλληλα
συνεργαζόταν με το περιοδικό Illustration και το 1916 κέρδισε
το πρώτο βραβείο εικονογράφησης βιβλίου σε διαγωνισμό του
περιοδικού, για αυτήν της Πείνας του Κνουτ Χάμσουν.
Εργάστηκε ως τορναδόρος και ανθρακωρύχος. Το 1917 έκανε
ταξίδια στην Ισπανία και την Πορτογαλία και το 1918
επέστρεψε στην Γαλλία.
4. ΑΠΟ ΤΑ ΦΟΙΤΗΤΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ
ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗΣ
• Επέστρεψε στην πατρίδα του το 1919, μετά την λήξη του Α' Παγκοσμίου
Πολέμου. Διορίστηκε καθηγητής στο Παρθεναγωγείο της πατρίδας του
όπου δίδασκε γαλλικά και τεχνικά. Ίδρυσε τον πνευματικό σύλλογο Νέοι
Άνθρωποι και έγινε πρόεδρος.
• Το 1921 επιστρατεύτηκε για τη Μικρασιατική Εκστρατεία.
• Το 1922 πήρε το δρόμο της προσφυγιάς με ένα καΐκι.
• Το 1923 έκανε ταξίδι στο Άγιο Όρος με πρόθεση να καλογερέψει και
επίσης πραγματοποίησε μια πρώτη έκθεση με έργα ζωγραφικής του στη
Μυτιλήνη με τον Κωνσταντίνο Μαλέα το ίδιο έτος. Μετέφερε την έκθεση τον
ίδιο χρόνο στην Αθήνα στην αίθουσα του Λυκείου των Ελληνίδων,
παρουσιαζόμενος για πρώτη φορά ως ζωγράφος στο αθηναϊκό
καλλιτεχνικό κοινό.
• Το 1925 εξέδωσε το περιοδικό Φιλική Εταιρία.
• Το 1926 παντρεύτηκε τη Μαρία Χατζηκαμπούρη και εγκαταστάθηκε στη
Νέα Ιωνία.
5. ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
• Το όνομα του Κόντογλου βρίσκεται ανάμεσα στα ονόματα των
Ελλήνων λογοτεχνών που συνεργάστηκαν με το ελληνόφωνο
ιταλικό περιοδικό προπαγάνδας Κουαδρίβιο. Καθώς όσοι
συνεργάζονταν με αυτό αμείβονταν με χρήματα ή τρόφιμα
προκρίθηκε η ανάγκη επιβίωσης του Κόντογλου, καθώς
μάλιστα είχε αναγκασθεί να πουλήσει το σπίτι του για ένα σακί
αλεύρι.Ο νέος ιδιοκτήτης της οικίας Κόντογλου κάλυψε τις
νωπογραφίες με λαδομπογιά.
• Τα επόμενα χρόνια ο Κόντογλου μετακόμιζε
διαρκώς.Φιλοξενούνταν σε σπίτια φίλων του, κυρίως στο
Παγκράτι, για να καταλήξει σε ένα γκαράζ. Την ίδια περίοδο
δημοσίευσε κείμενά του στο περιοδικό Φιλολογική Κυριακή
(1943)και το 1944 στους Ορίζοντες και στα Γράμματα.
6. ΤΟ ΖΩΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΤΥΛ
• Ο Κόντογλου δεν κάνει κάτι περισσότερο από ότι έκαναν οι κλασικιστές,
οι ναζαρηνοί, οι νεογοτθιστές, οι νεορομαντικοί που σε όλον τον 19ο
αιώνα καλλιεργούσαν τα διάφορα ιστορικά στυλ. Και στην Ελλάδα του
ύστερου 19ου αιώνα στα πλαίσια του κλασικισμού καλλιεργήθηκε ένας
ιδιότυπος βυζαντινισμός και ο Κόντογλου θα μεταχειριστεί ένα ιδιότυπο
λαϊκοβυζαντινό στυλ ελεύθερα. Η τέχνη του Κόντογλου χαρακτηρίζεται
από εικονιστική παραμόρφωση, έλλειψη προοπτικής, αντιρρεαλιστικά
χρώματα, αφαιρετικότητα. Μορφολογικά αλλά και ως προς την εσωτερική
έκφραση θυμίζουν πίνακες του ευρωπαϊκού εξπρεσιονισμού. Ο Κόντογλου
καταργεί την προοπτική υπό την επίδραση της πριμιτιβιστικής τέχνης. Ο
Κόντογλου θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί σαν ένας από τους
τελευταίους υστεροβυζαντινούς ζωγράφους. Όμως δεν έχει μεγάλη σχέση
μεταξύ τους ακόμη και αν τους ακολουθεί σε ορισμένα παραδοσιακά
σημεία ο προγραμματισμός της δουλειάς του φανερώνει ένα
ακαδημαϊσμό.
7. ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
Ως πεζογράφος, με το ιδιότυπο προσωπικό ύφος του, "μπολιασμένο" από
τη γλώσσα των θαλασσινών, τα συναξάρια των αγίων κι έναν εξωτικό
κοσμοπολιτισμό, ο Κόντογλου επηρέασε γόνιμα τη γραφή μεταγενέστερων
πεζογράφων αποτελώντας τον πρόδρομο της γενιάς του 1930.
Το συγγραφικό έργο του Κόντογλου διακρίνεται σε:
• λογοτεχνικό (πρωτότυπα έργα, ταξιδιωτικά, θαλασσινές ιστορίες,
λυρικές περιγραφές)
• διασκευές θαλασσινών ιστοριών από την εποχή των Ανακαλύψεων
• βιογραφίες ιστορικών προσώπων, οσίων και αγίων της Εκκλησίας
• άρθρα ή δοκίμια για την παράδοση και τις αξίες της, τη βυζαντινή
τέχνη, πολεμικά κατά του καθολικισμού και των ευρωπαϊκών προτύπων,
και
• ποικίλα θρησκευτικά κείμενα προς οικοδόμηση των πιστών.
8. Η ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΥ ΕΦΕΡΕ
• Αγωνίστηκε για την επαναφορά της παραδοσιακής αγιογραφίας. Μαζί με
τον Κωστή Μπαστιά και τον Βασίλη Μουστάκη κυκλοφόρησαν το
περιοδικό Κιβωτός, όπου με άρθρα και φωτογραφικό υλικό ενίσχυαν τον
αγώνα του Κόντογλου. Mια τέτοια προσπάθεια περιέκλειε και κάποια
μειονεκτήματα: ο Κόντογλου κουβαλούσε από την περίοδο της μαθητείας
του στο Παρίσι την αγάπη των Εμπρεσιονιστών για τις πρωτόγονες
τέχνες και επιστρέφοντας στην Ελλάδα μελέτησε και αντέγραψε τα έργα
της βυζαντινής ζωγραφικής με τέτοια κριτήρια.
9. Η ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΥ ΕΦΕΡΕ
• Έτσι η βυζαντινή εικόνα έπρεπε να είναι καθαρή και ανόθευτη από κάθε
άλλη επίδραση. Ένα πνεύμα στρατεύσεως θα χαρακτηρίσει την
δημιουργία του, καθώς «ο ίδιος μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο θα
γράψει πως αποφασίζει να αφιερώσει το τάλαντό του στο Χριστό», κάτι
που απουσίαζε στους πρώτους Χριστιανούς και τους Βυζαντινούς. Γι΄
αυτό και η ποιοτική διαφορά ανάμεσα στον προπολεμικό και τον
μεταπολεμικό Κόντογλου. Πριν τον πόλεμο θα εισηγηθεί στον Αναστάσιο
Ορλάνδο, Διευθυντή της Υπηρεσίας αναστηλώσεως και συντηρήσεως
αρχαίων και Βυζαντινών μνημείων του Υπουργείου Παιδείας, οι
εκκλησίες να χτίζονται και να διακοσμούνται με τοιχογραφίες
βυζαντινότροπες.
10. ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ (1950–1965)
• Ιδιαίτερα γόνιμη χαρακτηρίζεται η τελευταία περίοδος της καλλιτεχνικής
ζωής του. Τα έργα της μνημειακής και φορητής εκκλησιαστικής
ζωγραφικής του υπερτερούν αριθμητικά της κοσμικής ζωγραφικής του.
Αγιογράφησε ενοριακές εκκλησίες, ιδιωτικά παρεκκλήσια και μεγάλο
αριθμό φορητών εικόνων: Ζωοδόχος Πηγή Παιανίας, παρεκκλήσιο Αγίου
Γεωργίου στον Άγιο Κωνσταντίνο Ομονοίας και Αγία Βαρβάρα Αιγάλεω,
Άγιος Ανδρέας (Πατήσια), Άγιος Νικόλαος (Πατήσια), Καπνικαρέα, Άγιος
Ευθύμιος Κερατσινίου, Άγιος Χαράλαμπος στο Πολύγωνο, Άγιος Γεώργιος
Κυψέλης. Αλλά και εικόνες για τέμπλα εκκλησιών σε Ελλάδα (Άνδρος,
Ρόδος) και Αμερική.
• Την περίοδο αυτή συνέχισε και ολοκλήρωσε την ιστόρηση του Αγίου
Νικολάου Αχαρνών. Ζωγράφισε ιδιωτικά παρεκκλήσια όπως της
οικογένειας Πατέρα στο Ψυχικό, της οικογένειας Καμπάνη στο Πικέρμι και
της οικογένειας Γουλανδρή στην Εκάλη. Επίσης του Αγίου Γεωργίου
Πολυκλινικής Αθηνών.
11. ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ
ΤΟΥ
• Από το 1948 άρχισε να αρθρογραφεί στην εφημερίδα Ελευθερία μέχρι τον
θάνατό του. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1963 ο ίδιος και σύζυγός του
τραυματίστηκαν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στη Βούλα. Το 1959 είχε
σύντομη συνεργασία με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, αλλά λόγω
διαφωνίας του σχετικά με την ώρα μετάδοσης της εκπομπής του
παραιτήθηκε.
• Το 1965 υποβλήθηκε σε εγχείρηση δυο λίθων από την κύστη. Τελικά
πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου του 1965, έπειτα από μετεγχειρητική
μόλυνση, ταλαιπωρημένος σωματικά και ψυχικά ύστερα από το ατύχημα
που του συνέβη το 1963. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι της
Νέας Μάκρης (Όρος Αμώμων). Ο Γιάννης Τσαρούχης, άλλοτε μαθητής
του, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του Κόντογλου, βρισκόταν στη
Μυτιλήνη και ζωγράφιζε κατά τύχη έναν άγγελο.