1. Συνέντευξη με τον κύριο Μανόλη
και τον Αντώνη
Στο σημερινό μας μάθημα , ο κύριος
Μανόλης , ένας γέροντας από την
Αντίπαρο και ο Αντώνης ένα νέο παιδί,
μας δίνουν πληροφορίες για τη ζωή
τους στο νησί.
Ο πρώτος δίνει πληροφορίες για το
πώς ήταν η ζωή στο νησί τα παλιά
χρόνια και ο Αντώνης για το σήμερα
στην Αντίπαρο .
5. Είναι γνωστή για τη
χαρακτηριστική κυκλαδίτικη
ομορφιά με τις λευκές κατοικίες,
τα λιθόστρωτα σοκάκια και τις
όμορφες μπουκαμβίλιες που
ανθούν στις αυλές των σπιτιών.
12. Ο «τσαεράς» (καρεκλάς) είναι ο τεχνίτης που κατασκευάζει τσαέρες. Παλιά ο
τρόπος κατασκευής των καρεκλών στην πόλη ήταν διαφορετικός από αυτόν
στις αγροτικές περιοχές.
Καρεκλάς
13. Μαχαιροποιός
Ο μαχαιροποιός ή «πιτσιακσιής» κατασκεύαζε από ατσάλι κυρίως, όλη τη σειρά
μαχαιριών που χρειάζονταν για επαγγελματικούς σκοπούς οι χασάπηδες, οι αγρότες και
για οικιακές ανάγκες οι νοικοκυρές.
14. Η λέξη «τσαγκάρης» έχει βυζαντινή προέλευση από ένα είδος υποδήματος που
λεγόταν «τσαγκίον», σε αντίθεση με το «σκαρπάρης» από το «σκαρπίον» ή
«σκάρπη».
Τσαγκάρης
15. Στην παλιά Αθήνα που δεν
υπήρχαν βρύσες στα σπίτια,
ο νερουλάς αναλάμβανε την
τροφοδότησή τους με νερό.
Έκανε πολλά κοπιαστικά
δρομολόγια. Το επάγγελμα
του νερουλά διατηρήθηκε
μέχρι το 1930.
16. Ο πιο διάσημος νερουλάς της πατρίδας μας ήταν ο ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης.
Μετά την μεγάλη του επιτυχία στους αγώνες ο βασιλιάς Γεώργιος τον ρώτησε τι
επιθυμούσε ως δώρο κι αυτός ζήτησε ένα γαϊδουράκι, για να τον βοηθάει στη
μεταφορά νερού.
17. Παγοπώλης
Ο παγοπώλης μοίραζε πάγο
στα σπίτια, σπρώχνοντας ένα
μικρό καρότσι. Σταματούσε
κάτω από το σπίτι, έσπαζε με
το πριόνι τον πάγο, τον
έπαιρνε με την τσιμπίδα και
τον άφηνε στην πόρτα του
σπιτιού.
Η νοικοκυρά έπαιρνε τον πάγο
και τον τοποθετούσε στο πάνω
μέρος του ξύλινου ψυγείου.
19. Καλαθάς
Σε περιοχές με λυγαριές, μυρτιές και
καλάμια ευδοκίμησε το επάγγελμα του
καλαθοποιού. Οι καλαθοποιοί έπαιρναν
από τις μυρτιές μακριές βίτσες και έκαναν
τους σκελετούς για να πλέξουν καλάθια και
κοφίνια.
21. Σαλεπιτζής
Ο σαλεπιτζής έβραζε από το
σπίτι το νερό με το σαλέπι.
Στη βάση του σαμοβάρι είχε
αναμμένα κάρβουνα, για να
διατηρεί ζεστό το νερό. Είχε
τραπεζάκι για να στηρίζει τη
ζάχαρη, την κανέλα και το
δοχείο με το νερό για να
ξαναφτιάξει αν χρειαζόταν.