1. Αρτινού Ιωάννα 4ο Γυμνάσιο Π. Φαλήρου
ΠΩΣ ΦΑΝΤΑΖΟΝΤΑΙ ΟΙ
ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΝ ΕΡΜΗ;
Νόστός
Ραψωδία ε : Οδυσσεως σχεδία.
Το πρωί της 7ης μέρας, στη συνέλευση των Θεών, η Αθηνά
επανέρχεται στο θέμα του Οδυσσέα και αναφέρει την ενέδρα των
μνηστήρων. Ο Δίας στέλνει τον Ερμή στην Ωγυγία με την εντολή προς την
Καλυψώ να αφήσει πια τον Οδυσσέα και ανακοινώνει στους θεούς ότι ο
Οδυσσέας θα γυρίσει στην Ιθάκη μετά από 20 μέρες ταλαιπωρημένος πάνω
σε σχεδία, χωρίς όμως βοήθεια θεών ή ανθρώπων, με πλούσια όμως δώρα
από τους Φαίακες.
Η Καλυψώ κατηγορεί τους θεούς ότι τη φθονούν, που ερωτεύτηκε
ένα θνητό και τους δίνει πολλά παραδείγματα για να τους αποδείξει την
ζηλοφθονία τους, τελικά όμως υποχωρεί από φόβο για την οργή του Δία.
Τώρα για πρώτη φορά εμφανίζεται ο Οδυσσέας στο ποίημα. Κλαίει όπως
κάθε μέρα στην ακρογιαλιά αγναντεύοντας το πέλαγος , όταν η θεά του
ανακοινώνει τα καλά νέα. O Οδυσσέας τη βάζει να ορκιστεί ότι δεν έχει
κακό σκοπό και, παρά τους πειρασμούς και τα διλήμματα που του θέτει, μένει αμετάπειστος. Μετά το γεύμα
περνούν μαζί την τελευταία τους νύχτα.
Τις επόμενες τέσσερις μέρες (8η
-11η
) ο Οδυσσέας
κατασκευάζει σχεδία με τα εργαλεία της Καλυψώς και την
πέμπτη μέρα (12η της Οδύσσειας) ξεκινά. Η Καλυψώ του δίνει
εφόδια, οδηγίες και ούριο άνεμο για το ταξίδι. Μετά από
δεκαεφτά μέρες, τα ξημερώματα της δέκατης όγδοης (29ης),
προβάλλουν στον ορίζοντα οι ακτές της Σχερίας, της χώρας των
Φαιάκων (θεωρείται πως είναι η σημερινή Κέρκυρα).
Καθώς όμως ο Ποσειδώνας επιστρέφει
από τους Αιθίοπες, βλέπει τον Οδυσσέα και
οργισμένος σηκώνει φοβερή θαλασσοταραχή:
εξαπολύει τρεις επιθέσεις, τη μία πιο έντονη
από την προηγούμενη:
Στην 1η
επίθεση «σύναξε τα νέφη και,
πιάνοντας την τρίαινα στα χέρια του,
συντάραξε τον πόντο, συννέφιασε θάλασσα και
στεριά, ξεσήκωσε όλες μαζί τις θύελλες και
τους ανέμους όλους, έγινε η μέρα νύχτα,
πέφτοντας ψηλά απ' τον ουρανό» [... άνεμοι]
2. Αρτινού Ιωάννα 4ο Γυμνάσιο Π. Φαλήρου
«…συγχρόνως φύσηξαν και σήκωσαν τεράστιο κύμα». Ο Οδυσσέας φοβισμένος σκέφτεται πως
ήρθε το άδοξο τέλος του…
Στη 2η
επίθεση «έπεσε μέγα κύμα πάνω του σαρωτικό που ταρακούνησε και τη σχεδία. Bρέθηκε
ξαφνικά μακριά της, του ξέφυγε απ' το χέρι το τιμόνι. H θυμωμένη θύελλα με τους μεικτούς
ανέμους σύντριψε το κατάρτι, πανί κι αντένα σφενδονίστηκαν πέρα στο πέλαγο. Kι έμεινε αυτός
ώρα πολλή μέσα στη δίνη, κεφάλι δεν μπορούσε να σηκώσει μπρος στην ορμή των φοβερών
κυμάτων. Tον βάρυναν ακόμη και τα ρούχα, αυτά που η θεία Kαλυψώ τού είχε φορέσει. Kάποια
στιγμή ωστόσο ανάβλεψε, φτύνει από το στόμα του πικρή την άρμη [...], όμως και τη σχεδία του
θυμάται, κι ας είχε πια αποκάμει. Bρήκε ξανά τη δύναμη κι αρπάζεται μέσα απ' τα κύματα επάνω
της και, καθισμένος τώρα εκεί στη μέση, δοκίμαζε πώς να ξεφύγει το τέλος του θανάτου» Η σχεδία
διαλύεται και ο Οδυσσέας παλεύει με τα κύματα πάνω σε μια σανίδα. Η θεά Λευκοθέα τον
συμπονά και του χαρίζει ένα σωσίβιο μαντίλι. Αυτός το ζώνεται, πετά τα ρούχα του και πηδά στη
θάλασσα.
Στην 3η
επίθεση Η σχεδία διαλύεται και ο Οδυσσέας παλεύει με τα κύματα πάνω σε μια σανίδα. Η
θεά Λευκοθέα (που του παρουσιάζεται και του μιλά με τη μορφή ενός πουλιού) τον συμβουλεύει
και του χαρίζει ένα μαγικό μαντίλι που θα τον σώσει.
Εδώ συναντούμε ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΙΣΜΟ, ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ ή ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ;
Η σχεδία διαλύεται και ο Οδυσσέας παλεύει με τα κύματα πάνω σε μια σανίδα. Τότε φορά το
μαντίλι, πετά τα ρούχα του και πηδά από τη διαλυμένη σχεδία στη θάλασσα. Ο Ποσειδώνας , αφού
τον ταλαιπωρήσει φριχτά, ικανοποιημένος
συνεχίζει για τον Όλυμπο, λέγοντας: «Tώρα λοιπόν,
με μύρια πάθη περιπλανήσου στα πελάγη, μήπως
και σμίξεις κάποτε μ' ανθρώπους... Όμως και τούτο
αν γίνει, δεν θα μπορείς να πεις πως ήταν λίγη η
συμφορά σου.»
Πιστεύετε πως ο Ποσειδώνας λυπήθηκε,
τελικά, τον Οδυσσέα και επέλεξε απλώς να τον
βασανίσει κι όχι να τον σκοτώσει;
Δύο μέρες ακόμα θαλασσοδέρνεται ο
Οδυσσέας, ώσπου την τρίτη (31η) καταφέρνει με τη
βοήθεια της Αθηνάς να προσεγγίσει την ακτή της
Σχερίας και να φτάσει στις εκβολές ενός ποταμού.
Ο Οδυσσέας, γυμνός και εξαθλιωμένος, βγαίνει στη στεριά και καταφεύγει σ’ ένα δάσος, όπου
κοιμάται βαθιά κρυμμένος στους θάμνους.