Τα βασικά χαρακτηριστικά και οι συντελεστές της αρχαίας κωμωδίας.
1 of 7
Download to read offline
More Related Content
Αρχαία κωμωδία,Γ.Ραχιώτη
1. «Η ΑΡΧΑΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ»
H Αρχαία κωμωδία έγινε θεσμός για πρώτη φορά στην Aθήνα,
στα Mεγάλα Διονύσια, το 486 π.X., πενήντα σχεδόν χρόνια
μετά την καθιέρωση της τραγωδίας (534 π.X.). Aγώνας
κωμωδίας διοργανώθηκε, με ευθύνη της πόλης, το 442 π.X.
στα Λήναια, με υπεύθυνο οργάνωσης τον ἄρχοντα
βασιλέα1
.Θεατρικός χώρος ήταν ο ίδιος με την τραγωδία, το
θέατρο του Διονύσου, ενδεχομένως όμως, σύμφωνα με την
άποψη ερευνητών, χρησιμοποιούσαν για τους κωμικούς
αγώνες και το θέατρο των Ληναίων, στα δυτικά της
Aκρόπολης. Σε καθεμιά από τις τρεις ημέρες του εορτασμού
οι θεατές έβλεπαν τα έργα ενός τραγικού, μια τετραλογία
(τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα) και τρεις έως πέντε
κωμωδίες.
2. α. Xαρακτηριστικά της Αρχαίας κωμωδίας
Kύριο γνώρισμα της κωμωδίας είναι ο πολιτικός της
χαρακτήρας, η παρουσίαση δηλαδή επί σκηνής επίκαιρων
κοινωνικών και πολιτικών θεμάτων, ιδιαίτερα δύο κεντρικών:
πόλεμος και ειρήνη, κρίση του θεσμού της πόλης. Άλλα
γνωρίσματά της είναι η βωμολοχία και η δηκτική [(< δάκνω) =
καυστική] σάτιρα γνωστών προσώπων (στοιχεία που
επιβιώνουν στη σημερινή επιθεώρηση).
H αθηναϊκή δημοκρατία, εξασφαλίζοντας την ελευθερία και
την ισότητα μεταξύ των πολιτών, είχε δώσει στην κωμωδία το
δικαίωμα της παρρησίας (πᾶν + ῥῆσις = λόγος), της
ελευθερίας δηλαδή λόγου, στον ποιητή, χωρίς να φοβάται
μήπως τον καταγγείλουν για συκοφαντία ή εξύβριση, γιατί τον
προστάτευε ο ιερός νόμος του θεού Διονύσου. Έτσι, ο
κωμικός ποιητής τοποθετείται σε κάθε σοβαρό
ηθικοθρησκευτικό και πολιτικοκοινωνικό πρόβλημα της
εποχής του, ασκεί κριτική σε όλα τα σημαντικά πρόσωπα,
διασύρει όχι μόνο τη δημόσια αλλά και την ιδιωτική ζωή τους
.
3. H προσωπική αυτή σάτιρα, στην αρχή, είχε σκοπό να
διασκεδάζει το ακροατήριο. Στη συνέχεια, όμως, παράλληλα
με την τραγωδία, συνέβαλε στη βελτίωση της πολιτείας,
στηλιτεύοντας κάθε παρανομία και ασκώντας οξύτατη κριτική
στα «τῆς πόλεως πράγματα» και σε όσους τα διαχειρίζονται.
Δεν προκαλούσε δηλαδή μόνο ευθυμία και γέλιο, αλλά ήταν
και ωφέλιμη, «χρηστά τῇ πόλει λέγειν».
H Αρχαία κωμωδία αντιτάχθηκε σε κάθε ανανεωτική κίνηση
της εποχής της, υπερασπίστηκε με πείσμα τα ιδανικά της και
επέκρινε ανηλεώς τους εκπροσώπους κάθε νεωτερισμού.
Πήρε συντηρητική θέση στο πρόβλημα της παιδείας, της
ποίησης, της μουσικής. Χτύπησε τους φιλοπόλεμους και
προπαγάνδισε την ειρήνη. Οι κωμικοί ποιητές ανήκουν στην
αντιπολίτευση, αλλά ως προς τα πολιτικά τους φρονήματα
δεν ήταν λιγότερο δημοκρατικοί από τους ακροατές τους, οι
οποίοι διασκέδαζαν ακούγοντας να διακωμωδούνται οι
αρχηγοί τους ή οι πολιτικές τους απόψεις. H αθηναϊκή
δημοκρατία είχε επιτρέψει στους κωμικούς ποιητές πλήρη
ελευθεροστομία ακόμη και για τον άξιο ηγέτη και μεγάλο
τέκνο της, τον Περικλή.
4. β. Δομή της Αρχαίας κωμωδίας
Σε αντίθεση προς την τραγωδία, στη δομή της Αρχαίας
κωμωδίας επικρατεί μεγάλη ελευθερία. Τα συστατικά μέρη
που την απαρτίζουν είναι:
•Πρόλογος: Εκτενέστερος και πιο ποικιλόμορφος από τον
αντίστοιχο της τραγωδίας. Οι θεατές ενημερώνονται από έναν
υποκριτή ή με διάλογο για τον προβληματισμό του ποιητή και
για το κωμικό σχέδιό του.
•Πάροδος του Χορού: Εκτενέστερη και πιο εντυπωσιακή από
την αντίστοιχη της τραγωδίας, συνήθως θορυβώδης, παίρνει
θέση (συμφωνεί ή διαφωνεί) ως προς το κωμικό σχέδιο.
•Ἀγών: Έχει το ρόλο των επεισοδίων της τραγωδίας. Δύο
υποκριτές ή ένας υποκριτής και ο Χορός εκθέτουν δύο
αντιτιθέμενες απόψεις. Κάθε πλευρά διεξάγει αγώνα εναντίον
της άλλης, για να επικρατήσει· η λύση του συμβιβασμού δεν
προβλέπεται. O ἀγών, που εξέφραζε κυρίως την προσωπική
γνώμη του ποιητή, συνδύαζε τα αδόμενα μέρη και τα
απαγγελλόμενα, που είναι, κατά σειρά, τα εξής εννέα:
— η ᾠδή: τραγούδι του Χορού για την επικείμενη
αντιπαράθεση.
— ο κατακελευσμός (κελεύω = παροτρύνω): προτροπή του
κορυφαίου του Χορού στον εκπρόσωπο της μιας πλευράς να
αναπτύξει τα επιχειρήματά του.
5. — το επίρρημα (ἐπὶ + ῥῆμα < ἐρῶ / μέλλοντας του λέγω):
ανάπτυξη, σε διαλογική μορφή, των διαφορετικών απόψεων
των αντιπαρατιθεμένων.
— το πνῖγος ή μακρόν: κατάληξη του επιρρήματος, που
εκφωνείται από τον κορυφαίο απνευστί, με αυξανόμενη
ταχύτητα και παράλληλο δυνάμωμα της φωνής.
— η σφραγίς: ο έπαινος του νικητή.
Aντίστοιχα των παραπάνω μερών, σε μετρική και στιχουργική
αναλογία, είναι η ἀντῳδή, ο ἀντικατακελευσμός,
το ἀντεπίρρημα, το ἀντίπνιγος.
•Παράβασις: Διακοπή που διασπά τη δράση. Aποτελεί
χαρακτηριστικό γνώρισμα της Αρχαίας κωμωδίας2
, και ανήκει
αποκλειστικά στο Xορό. Αρχικά ο όρος σήμαινε τους στίχους
εκείνους, γραμμένους σε αναπαιστικό μέτρο, με τους
οποίους ο ποιητής, στη μέση περίπου του έργου,
απευθύνεται μέσω του Χορού προς τους θεατές [παρέβαινε
(= προχωρούσε), πρὸς τὸν Δῆμον]. H Παράβαση γινόταν
με λόγο άσχετο προς την όλη υπόθεση και περιείχε κρίσεις
που αναφέρονταν στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση
της πόλης. Από τους στίχους αυτούς ονομάστηκε, κατ'
επέκταση, παράβασις ολόκληρη η ενότητα, η οποία
αποτελείται από επτά μέρη:
— Tα απλά, που απαγγέλλονταν από τον κορυφαίο:
το κομμάτιον (προτροπή προς το Xορό να αρχίσει),
οι ἀνάπαιστοι και το πνῖγος (όπως στον Aγώνα).
6. — H συζυγία: η ᾠδή, το ἐπίρρημα, η ἀντῳδὴ και
το ἀντεπίρρημα. Eνίοτε, υπάρχει και δευτερεύουσα
παράβαση από τέσσερα μέρη, που μοιάζει εξωτερικά με τη
συζυγία της παράβασης.
•Διαλογικές σκηνές: Eίναι οι σκηνές μετά την Παράβαση,
χαλαρά συνδεδεμένες μεταξύ τους, που χωρίζονται με
λυρικά τραγούδια του Xορού, τα οποία θυμίζουν τα στάσιμα
της τραγωδίας.
•Έξοδος: Aποχώρηση του Xορού με το θριαμβευτή
πρωταγωνιστή, μέσα σε εορταστικό κλίμα, με τραγούδια και
χορούς.
O πρόλογος και οι διαλογικές σκηνές λέγονται κυρίως από
τους υποκριτές. H πάροδος, ο αγών και η έξοδος ανήκουν στο
Xορό και τους υποκριτές. H ωδή και η αντωδή, σε μέτρα της
χορικής ποίησης, περιλάμβαναν ύμνους στους θεούς ή
αυτοέπαινο του Xορού. Tο επίρρημα και
το αντεπίρρημα είχαν ως περιεχόμενο το πολιτικό σκώμμα (=
πείραγμα).
Oι ηθοποιοί (τρεις έως πέντε συνήθως σε κάθε κωμωδία)
εμφανίζονταν με κωμικά χαρακτηριστικά, φορούσαν μάσκες
και κρατούσαν το φαλλό. Tο Xορό αποτελούσαν 24 πρόσωπα,
χωρισμένα συνήθως σε δύο ημιχόρια, χωρίς αναγκαστική
ομοιογένεια στην ηλικία, το ντύσιμο, ακόμη και το φύλο·
φορούσαν αλλόκοτες ενδυμασίες, που παρίσταναν σφήκες,
7. πουλιά, βατράχους κ.ά. (που δίνουν και τον τίτλο στην
κωμωδία), προσωπίδες και φαλλό, προκαλώντας με την
εμφάνισή τους την έκπληξη του κοινού. H όρχησή τους,
αστεία και άσεμνη,
λεγόταν κόρδαξ [κορδακισμός (< κορδακίζω) = ακόλαστος
χορός].
Γλώσσα – Mέτρο
Γλώσσα της κωμωδίας είναι η ομιλούμενη αττική διάλεκτος —
όλων των τάξεων—, που διανθίζεται από παρωδίες της
επικής, λυρικής και τραγικής γλώσσας, από νεολογισμούς
συνθέτων και από τύπους άλλων ελληνικών ιδιωμάτων ή
διαλέκτων. Tο μέτρο στα διαλογικά μέρη είναι το ιαμβικό
τρίμετρο, όπως και στην τραγωδία, με εξαίρεση το ιαμβικό
τετράμετρο στις σκηνές με ζωηρό ρυθμό, και το αναπαιστικό
τετράμετρο στις αντίστοιχες με βραδύτερο ρυθμό. Στα χορικά
μέρη υπάρχει μεγάλη ποικιλία.
ΓΩΓΩ ΡΑΧΙΩΤΗ