ݺߣ

ݺߣShare a Scribd company logo
Δημιουργική γραφή
2ο Δημοτικό Σχολείο Πεύκων
Τάξη Γ2 2021-22
Η παραβολή του Ασώτου
Ζούσαν κάποτε μαζί
ο πατέρας και δυο γιοι του
και δούλευαν όλοι μαζί
στην καρπερή τη γη του.
Ώσπου μια μέρα ο ένας γιος,
ο μικρός στην ηλικία
ζήτησε απ’ τον πατέρα του
κομμάτι απ’ την περιουσία του.
Έφυγε το μικρό παιδί
μακριά απ’ τον πατέρα
και τα ξόδεψε όλα σε κρασιά
και γλέντια όλη μέρα.
Φτωχός και μόνος τώρα πια
κανένας δεν τον θέλει.
Το σπίτι του αναζητά
και τη ζωή του θέλει.
Μέρα και νύχτα σκέφτεται
πίσω να γυρίσει,
στα πόδια του πατέρα του
συγνώμη να ζητήσει.
Φτερά στα πόδια έβαλε
και πάει στον πατέρα,
που από ψηλά τον έβλεπε
να έρχεται από πέρα.
Πατέρα μου αμάρτησα
που έφυγα από δω πέρα,
κράτα με για δούλο σου,
συγχώρα μου πατέρα.
Κι εκείνος τον αγκάλιαζε
και τον γλυκοφιλούσε
και απ’ τη χαρά του έκλαιγε
που πίσω πια γυρνούσε.
Μεγάλο γλέντι στήθηκε,
λαμπρό το πανηγύρι,
μα ο μεγάλος αδερφός
δεν ήθελε να γίνει.
Αδικημένος ένιωθε
και ζήλια στην καρδιά του
και πάει στον πατέρα του
για τα παράπονά του.
Αγόρι μου σε αγαπώ,
έλα στην αγκαλιά μου,
δικά σου ήταν πάντοτε
όλα τα δικά μου.
Έλα για να γλεντήσουμε,
όλοι μαζί και πάλι.
Ο αδερφός σου βρέθηκε,
Ανάσταση μεγάλη!
Χριστίνα-Μαρία
Η παραβολή του Ασώτου
Ήταν μια φορά κι έναν καιρό,
δυο αδέρφια αγαπημένα,
που ζούσαν καλά,
με του μπαμπά τους τα πολλά.
Μα τότε ο μικρός αδελφός
θέλησε να ταξιδέψει μακριά
και ζήτησε απ’ τον μπαμπά
να του δώσει λεφτά πολλά.
Πούλησε περιβόλια και κοπάδια
και έφυγε με τους φίλους του μακριά.
Σε αμαρτωλές διασκεδάσεις έφαγε τα λεφτά
και δεν είχε να φάει ούτε μια μπουκιά.
Και τότε σκέφτηκε τον μπαμπά του
και θέλησε να γυρίσει κοντά του,
να του πει ότι αμάρτησε,
μετάνιωσε και πίσω γύρισε.
Και εκείνος τον δέχτηκε με χαρά,
έσφαξε και μοσχάρια σιτευτά.
Κι ο αδελφός του θύμωσε πολύ
και δεν ήθελε να πάει στη γιορτή.
Λέει ο μπαμπάς στον γιο τον μεγάλο,
μη στεναχωριέσαι παιδί μου άλλο.
Ήταν ο μικρός χαμένος μα βρέθηκε,
ήταν ο μικρός νεκρός μα αναστήθηκε.
Μάριος - Νεκτάριος
Η παραβολή του Ασώτου
Ένας πατέρας είχε δυο γιους,
που τους καμάρωνε σαν θεούς,
Ώσπου ένα από τα παιδιά του,
εμφανίστηκε μπροστά του.
Του ζήτησε την περιουσία
και τον πατέρα τον έπιασε απελπισία.
Του έδωσε αυτό που του αναλογούσε
και ο καημένος έμεινε μόνος και
μονολογούσε.
Έφτασε μια μέρα που έφαγε όλα τα λεφτά
και άρχισε να σκέφτεται λογικά.
Τότε του ήρθε στο μυαλό
να γυρίσει στο πατρικό.
Εκεί τον δέχτηκαν με χαρές
και στήσανε για χάρη του γιορτές.
Ελένη - Μάρθα
Η παραβολή του Ασώτου
Ο γιος του πατέρα φεύγει μακριά
και την περιουσία του την ξεπουλά.
Μα αυτός τον περιμένει
και στο τέλος μόνος μένει.
Ο γιος μετανιώνει και σπίτι γυρνά
κι ο πατέρας είναι μες τη χαρά.
Ο μεγάλος γιος όμως ζηλεύει
και τον πατέρα τον παιδεύει.
Ο πατέρας εξηγεί,
ότι δικιά του είναι η γη,
ότι ο αδερφός του αναστήθηκε,
είχε χαθεί και βρέθηκε.
Αντώνης
Η παραβολή του Ασώτου
Πατέρα μου μετάνιωσα,
συγνώμη σου ζητώ,
σαν δούλος σου,
θέλω να σε υπηρετώ.
Δέξου με πίσω με χαρά
και θα πάνε όλα καλά.
Σταύρος – Νικόλας - Γιώργος

More Related Content

Η παραβολή του Ασώτου - Δημιουργική γραφή

  • 1. Δημιουργική γραφή 2ο Δημοτικό Σχολείο Πεύκων Τάξη Γ2 2021-22
  • 2. Η παραβολή του Ασώτου Ζούσαν κάποτε μαζί ο πατέρας και δυο γιοι του και δούλευαν όλοι μαζί στην καρπερή τη γη του. Ώσπου μια μέρα ο ένας γιος, ο μικρός στην ηλικία ζήτησε απ’ τον πατέρα του κομμάτι απ’ την περιουσία του. Έφυγε το μικρό παιδί μακριά απ’ τον πατέρα και τα ξόδεψε όλα σε κρασιά και γλέντια όλη μέρα. Φτωχός και μόνος τώρα πια κανένας δεν τον θέλει. Το σπίτι του αναζητά και τη ζωή του θέλει.
  • 3. Μέρα και νύχτα σκέφτεται πίσω να γυρίσει, στα πόδια του πατέρα του συγνώμη να ζητήσει. Φτερά στα πόδια έβαλε και πάει στον πατέρα, που από ψηλά τον έβλεπε να έρχεται από πέρα. Πατέρα μου αμάρτησα που έφυγα από δω πέρα, κράτα με για δούλο σου, συγχώρα μου πατέρα. Κι εκείνος τον αγκάλιαζε και τον γλυκοφιλούσε και απ’ τη χαρά του έκλαιγε που πίσω πια γυρνούσε.
  • 4. Μεγάλο γλέντι στήθηκε, λαμπρό το πανηγύρι, μα ο μεγάλος αδερφός δεν ήθελε να γίνει. Αδικημένος ένιωθε και ζήλια στην καρδιά του και πάει στον πατέρα του για τα παράπονά του. Αγόρι μου σε αγαπώ, έλα στην αγκαλιά μου, δικά σου ήταν πάντοτε όλα τα δικά μου. Έλα για να γλεντήσουμε, όλοι μαζί και πάλι. Ο αδερφός σου βρέθηκε, Ανάσταση μεγάλη! Χριστίνα-Μαρία
  • 5. Η παραβολή του Ασώτου Ήταν μια φορά κι έναν καιρό, δυο αδέρφια αγαπημένα, που ζούσαν καλά, με του μπαμπά τους τα πολλά. Μα τότε ο μικρός αδελφός θέλησε να ταξιδέψει μακριά και ζήτησε απ’ τον μπαμπά να του δώσει λεφτά πολλά. Πούλησε περιβόλια και κοπάδια και έφυγε με τους φίλους του μακριά. Σε αμαρτωλές διασκεδάσεις έφαγε τα λεφτά και δεν είχε να φάει ούτε μια μπουκιά.
  • 6. Και τότε σκέφτηκε τον μπαμπά του και θέλησε να γυρίσει κοντά του, να του πει ότι αμάρτησε, μετάνιωσε και πίσω γύρισε. Και εκείνος τον δέχτηκε με χαρά, έσφαξε και μοσχάρια σιτευτά. Κι ο αδελφός του θύμωσε πολύ και δεν ήθελε να πάει στη γιορτή. Λέει ο μπαμπάς στον γιο τον μεγάλο, μη στεναχωριέσαι παιδί μου άλλο. Ήταν ο μικρός χαμένος μα βρέθηκε, ήταν ο μικρός νεκρός μα αναστήθηκε. Μάριος - Νεκτάριος
  • 7. Η παραβολή του Ασώτου Ένας πατέρας είχε δυο γιους, που τους καμάρωνε σαν θεούς, Ώσπου ένα από τα παιδιά του, εμφανίστηκε μπροστά του. Του ζήτησε την περιουσία και τον πατέρα τον έπιασε απελπισία. Του έδωσε αυτό που του αναλογούσε και ο καημένος έμεινε μόνος και μονολογούσε. Έφτασε μια μέρα που έφαγε όλα τα λεφτά και άρχισε να σκέφτεται λογικά. Τότε του ήρθε στο μυαλό να γυρίσει στο πατρικό. Εκεί τον δέχτηκαν με χαρές και στήσανε για χάρη του γιορτές. Ελένη - Μάρθα
  • 8. Η παραβολή του Ασώτου Ο γιος του πατέρα φεύγει μακριά και την περιουσία του την ξεπουλά. Μα αυτός τον περιμένει και στο τέλος μόνος μένει. Ο γιος μετανιώνει και σπίτι γυρνά κι ο πατέρας είναι μες τη χαρά. Ο μεγάλος γιος όμως ζηλεύει και τον πατέρα τον παιδεύει. Ο πατέρας εξηγεί, ότι δικιά του είναι η γη, ότι ο αδερφός του αναστήθηκε, είχε χαθεί και βρέθηκε. Αντώνης
  • 9. Η παραβολή του Ασώτου Πατέρα μου μετάνιωσα, συγνώμη σου ζητώ, σαν δούλος σου, θέλω να σε υπηρετώ. Δέξου με πίσω με χαρά και θα πάνε όλα καλά. Σταύρος – Νικόλας - Γιώργος